ΙΤΕ ΠΑΙΔΕΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ! !
Ίτε παίδες Ελλήνων
ελευθερούτε πατρίδα,
ελευθερούτε δε παίδας, γυναίκας,
θεών πατρώων έδη,
θήκας τε προγόνων.
Νυν υπέρ πάντων αγών
Πρόκειται για τους στοίχους του παιάνα που παραθέτει ο Αισχύλος στην τραγωδία του «Πέρσες».
Σε λίγες γραμμές περιγράφει τι είναι η πατρίδα, τουλάχιστον για τους Αθηναίους της εποχής. Όχι κάτι αόριστο αλλά πολύ συγκεκριμένα πράγματα για τον καθένα. Κυρίως την ζωή του και την καθημερινότητά του.
Βέβαια πρέπει να σημειώσουμε ότι αναφερόμαστε σε μια εποχή όπου το πολιτικό αγαθό διαμοιραζόταν πέρα από όσο επέτρεπε η εποχή και τα ήθη της διεθνώς. Το αναφέρω αυτό διότι πολύ έχουν μια στρεβλή εικόνα για τον αρχαίο πολιτισμό. Προφανώς μπορούμε και πρέπει να πάμε πέρα από κει.
Πρώτα όμως πρέπει να φτάσουμε στο σημείο να διαμοιράσουμε πάλι την πολιτική ισχύ σε όσο το δυνατόν μεγαλύτερο τμήμα της κοινωνίας γίνεται. Να αδράξουμε το σημείο που το άφησαν και να πάμε παρακάτω. Πράγμα που μου φέρνει στο μυαλό ότι δεν είμαι καθόλου περήφανος «ως Έλληνας» διότι τόσοι άλλοι σαν εμένα, και εγώ μαζί τους, δεν καταφέραμε να σταματήσουμε τα πράγματα και να ανατρέψουμε αυτό το ανθρωποβόρο σύστημα και το σάπιο προδοτικό κατεστημένο του.
Δεν μπορώ να καταλάβω πως κάποιοι είναι περήφανοι «ως Έλληνες» όταν δεν έχουν κάνει ποτέ τίποτα για να παραγάγουν κάποιο σημαντικό επίτευγμα. Είναι οι άνθρωποι που είναι περήφανοι για ότι κάνουν άλλοι, σε άλλο χρόνο ή τόπο και έτυχε να έχουν απλώς το ίδια ονομασία εθνικότητας. Θλιβερό όσο και η αγωνιώδης προσπάθειά τους να αναδείξουν μια κάποια αξία απλώς απαξιώνοντας άλλες εθνικότητες – κυρίως πιο αδύναμες μειονότητες διότι τους ισχυρούς τους φοβούνται. Είναι διατεθειμένοι να αγωνιστούν μέχρι εκεί που φτάνει η μούντζα τους ή να βρίσουν από την ασφάλεια του καναπέ τους. Δεν τολμούν καν να ψηφίσουν έξω από τα τρομοκρατικά διλήμματα που τους θέτουν κάθε φορά και τόσο εύκολα τους σκιάζουν.
Αυτοί δεν θα καταλάβαιναν πως περιγράφει ο Αισχύλος την έννοια της πατρίδας. Τόσο συγκεκριμένη και προσδιορισμένη στην ευθύνη της ζωής του κάθε ενός. Προτιμούν μια αόριστη και ομιχλώδη ερμηνεία διαφοροποιημένη από τους ίδιους, από το λαό γενικά. Έτσι και δεν χρειάζεται να κάνουν κάτι σημαντικό και οι ίδιοι και μεταθέτουν αλλού τη δική τους ευθύνη. Δεν γνωρίζουν καν με ποιο σεβασμό μιλά ο ποιητής για τους εχθρούς της πόλης του. Αλλά για να σεβαστείς τον άλλο –τον διπλανό, τον όμοιο ή τον διαφορετικό, πρέπει να σέβεσαι τον εαυτό σου. Αυτοί, και είναι πολλοί, έχουν μάθει, ή καλλίτερα εκπαιδευτεί από το σπίτι, το σχολείο και το σύστημα να φοβούνται. Έτσι, δυστυχώς, βρίσκουν την επιβεβαίωση του εαυτού τους μέσα από τον παραμορφωτικό καθρέφτη της φασιστικής βίας.
Γι’ αυτούς η πατρίδα είναι κάτι αφηρημένο και έτσι πάντα θα εξυπηρετεί την κοιλιά του «Μαζί τα έφαγα», την μωροφιλοδοξία του «άλλο να πτωχεύσει η Ελλάδα άλλο οι Έλληνες», την ανάγκη του νυν πρωθυπουργού να μπει στο club των πρωην προς ενοικίαση. Ακόμα και την υποτακτικότητα αυτών των τρίτων κολαούζων που θα δίνουν άλλοθι πλειοψηφίας ή αριστεράς στους δολοφόνους της κοινωνίας.
Για τους άλλους, κάποιους σαν εμάς, πατρίδα είναι η ίδια μας η ζωή. Η ευθύνη της καθημερινότητάς μας. Η ανάγκη μας για δικαιοσύνη, κρυστάλλινη και προστατευτική στον αδύναμο. Ο πολιτισμός που προσπαθούμε να κομίσουμε, γνωρίζοντας το παλιό αλλά σέρνοντας το δικό μας φορτίο ως χαρά. Ένας πολιτισμός που δεν σταματά στο τι γράφει του καθενός η ταυτότητα αλλά απλώνεται φυσικά για να αποστερήσει από τους δυνατούς αυτού του κόσμου την ισχύ να αδικούν. Ο κάθε ένας από τους κατατρεγμένους είναι σύντροφος στον στοίχο γιατί και καθένας από «εμάς» κατατρεγμένος είναι –είτε το ξέρει είτε όχι.
Διότι «όταν δεν πεθαίνουμε ο ένας για τον άλλο (σ.μπ. όποιον άλλο) είμαστε κιόλας νεκροί».
Γι’ αυτό «Ω παίδες Ελλήνων... ίτε»
ΠΗΓΗ