Το κόμμα του νεοφασίστα δολοφόνου Μπρέιβικ ετοιμάζεται να στηρίξει τη νεοφιλελεύθερη κυβέρνηση στη Νορβηγία
Το όνειρο των αστικών τάξεων αρκετών χωρών της ΕΕ φαίνεται ότι θα εκπληρώσει η Νορβηγία βάζοντας στην κυβέρνηση το ακροδεξιό, ρατσιστικό Κόμμα της Προόδου – τον πολιτικό σχηματισμό, δηλαδή, που μέχρι πρότινος φιλοξενούσε στους κόλπους του τον νεοφασίστα Μπρέιβικ ο οποίος σκότωσε 77 άτομα, στην πλειονότητά τους παιδιά, σε κατασκήνωση του Εργατικού Κόμματος.
Οι εκλογές της περασμένης εβδομάδας απομακρύνουν από την εξουσία τον επικεφαλής των Εργατικών Γενς Στόλτενμπεργκ, που κυβέρνησε τη χώρα για οκτώ χρόνια και φέρνουν στην πρώτη θέση τον συνασπισμό της κεντροδεξιάς, στο οποίο συμμετέχει το Συντηρητικό Κόμμα της Ερνα Σόλμπεργκ. Παρά το γεγονός ότι η Σόλμπεργκ αύξησε τις έδρες του κόμματός της από 30 σε 48 υπολείπεται σαφώς των 85 που απαιτούνται για το σχηματισμό κυβέρνησης και προχωρά σε ένα μεγάλο συνασπισμό των «αδελφών» κομμάτων της δεξιάς και του νεοφασισμού.
Ένα από τα συμπεράσματα των πρόσφατων εκλογών βέβαια είναι ότι ο Μπρέιβικ δεν έδρασε σε πολιτικό και ιδεολογικό κενό αλλά αποτέλεσε απλώς την πιο ακραία και στυγερή εκδοχή ενός μεγάλου τμήματος της νορβηγικής κοινωνίας το οποίο βυθίζεται στον αντι-ισλαμισμό και αντιμετωπίζει σαν εχθρούς της πατρίδας του ακόμη και τα μετριοπαθή κόμματα της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας. Παρά το γεγονός ότι το Κόμμα της Προόδου έχασε μεγάλο τμήμα των ψηφοφόρων του, αμέσως μετά το στυγερό έγκλημα του Μπρέιβικ, το ελάχιστο χρονικό διάστημα που χρειάστηκε για να ορθοποδήσει και να φτάσει και πάλι τις 29 έδρες, που το μετατρέπουν σε ρυθμιστή των εκλογών, δείχνει την τρομακτική επιρροή που έχουν οι ιδέες του στη Νορβηγία.
Στην ανάκαμψη αυτή έπαιξαν σημαντικό ρόλο τα νορβηγικά ΜΜΕ αλλά και η δικαιοσύνη της χώρας
η οποία αντιμετώπισε τον δράστη σαν ένα πολιτικά περιθωριακό ψυχοπαθή και όχι, όπως θα όφειλαν, σαν τον άνθρωπο που έκανε πράξη τα διδάγματα του Κόμματος της Προόδου. Το πολιτικό κατεστημένο της Νορβηγίας φυσικά δεν είχε κανένα πρόβλημα να καλωσορίσει στη «μεγάλη οικογένεια» της Δεξιάς, (όπως θα έλεγαν και αρκετά στελέχη της ΝΔ) ένα κόμμα ρατσιστών. Όπως ακριβώς συνέβη στην προπολεμική Ιταλία και τη Γερμανία η είσοδος του φασισμού στην κυβέρνηση δεν έγινε ούτε με τη βία ούτε με κάποιου είδους πραξικόπημα αλλά με τις ευλογίες των συντηρητικών δυνάμεων που αναζητούσαν φυσικούς συμμάχους στη μάχη τους με την Αριστερά.
Οι νορβηγικές πολιτικές και οικονομικές ελίτ παρακολουθούσαν απαθείς, αν όχι με κρυφή ικανοποιήσει, την μετεωρική εκτίναξη της άκρας δεξιάς η οποία στις προηγούμενες εκλογές έφθασε να αποτελεί τη δεύτερη δύναμη στο κοινοβούλιο. Η επικράτηση, τότε, του Εργατικού κόμματος και των συμμάχων του έκρυψε την πραγματική εικόνα του εκλογικού σώματος το οποίο κινούνταν με ταχύτατους ρυθμούς προς την φασίζουσα δεξιά.
Η συμμετοχή του κόμματος της Προόδου στην κυβέρνηση δεν θα πρέπει φυσικά να επισκιάσει τα χαρακτηριστικά του πραγματικού νικητή των εκλογών, δηλαδή της κεντροδεξιάς συμμαχίας στην οποία συμμετέχει το Συντηρητικό κόμμα της Σόλμπεργκ. Πρόκειται για ένα ακραία νεοφιλελεύθερο μόρφωμα το οποίο θα προχωρήσει άμεσα σε περικοπές δημοσίων δαπανών, ιδιωτικοποιήσεις και απελευθέρωση της αγοράς αλλά και σημαντικές μειώσεις φόρων για το μεγάλο κεφάλαιο. Για άλλη μια φορά δηλαδή αποδεικνύεται ότι η επιβολή της πιο ακραίας μορφής του νεοφιλελευθερισμού επιτυγχάνεται μόνο με μια σιδερένια γροθιά ή οποία άλλοτε παίρνει τη μορφή πραξικοπημάτων, όπως έγινε στη Χιλή του Πινοσέτ, και άλλοτε αντλεί τους πραιτοριανούς του από την άκρα δεξιά.
Όσο για τις θεωρίες της «συνάντησης των άκρων» και τα άλλα αστεία ιδεολογήματα των έμμισθων υποστηρικτών του συστήματος εξαφανίστηκαν εν μια νυκτί όταν το «εξτρεμιστικό» πολιτικό κέντρο χρειάστηκε να εξασφαλίσει την εξουσία.
Άρης Χατζηστεφάνου
15/9/2013