Ο αγώνας ενάντια στη χρυσή αυγή ή θα είναι πατριωτικός ή δεν θα υπάρξει
του Γιώργου Ρακκά
Από τη στιγμή που ο Γιώργος Καραμπελιάς και το Άρδην δημοσιοποίησαν τις απόψεις τους πάνω στο «φαινόμενο Χρυσή Αυγή», και ξεκίνησαν μια καμπάνια ενάντια σε αυτό, πολλοί έσπευσαν να διαφωνήσουν: «Η Χρυσή Αυγή είναι αποκλειστικά προϊόν των θλιβερών συνεπειών του μεταναστευτικού αδιεξόδου. Λύνεις το αδιέξοδο, και λύνεις το πρόβλημα που λέγεται Χρυσή Αυγή», μας είπαν.
Εντούτοις, τα πράγματα δεν είναι ακριβώς έτσι, και όσοι ισχυρίζονται κάτι τέτοιο διαθέτουν λειψή κατανόηση του φαινομένου. Διότι, δυστυχώς, δεν μπορούμε να το περιορίσουμε μόνο στην όντως ταχύτατη απογείωση που πραγματοποίησε η Χρυσή Αυγή χρησιμοποιώντας με έξυπνο τρόπο το μεταναστευτικό αδιέξοδο.
Σαφώς, υπάρχει ένα μεθοδικό πολιτικό σχέδιο πίσω από τη διαπλοκή της Χρυσής Αυγής με το μεταναστευτικό αδιέξοδο: Πρώτον, βρήκε μια συγκεκριμένη γειτονιά, υποδειγματική του προβλήματος, και εγκαταστάθηκε εκεί κάνοντας «δουλειά στη βάση». Έχτισε την ηγεμονία της μεθοδικά, με καθημερινές παρεμβάσεις και επιδείξεις μιας δύναμης που ισχυροποιούνταν με τον καιρό, όσο οι άρχουσες τάξεις και σύσσωμο το πολιτικό κατεστημένο του εθνομηδενισμού συνέχιζαν την εγκληματική τους στάση έναντι του ζητήματος. Η δράση τους θυμίζει τους «εγκατεστημένους» της κομμουνιστικής παράδοσης, δηλαδή τις ομάδες των αγκιτατόρων που πήγαιναν επί μήνες να ζήσουν στις εργατικές συνοικίες, για να οργανώσουν το κίνημα διεκδικήσεων και την αντίσταση της εργατικής τάξης. Στη συνέχεια, ήρθε η έδρα στο Δημοτικό Συμβούλιο, που συμβόλισε τη γενίκευση της ηγεμονίας, από μια γειτονιά σε όλες τις συνοικίες της πόλης, όπου υπάρχει παρόμοιο πρόβλημα. Την ίδια μέθοδο ακολούθησαν και στις άλλες πόλεις και γειτονιές της χώρας, με αποτέλεσμα, στις εκρηκτικές συνθήκες της γοργής μνημονιακής αποσύνθεσης της ελληνικής κοινωνίας, να γίνει η μεγάλη έκπληξη.
Ωστόσο, υπάρχει κάτι πέρα από αυτό.
Υπάρχει ένα στοιχείο που αναδεικνύεται σήμερα στην ελληνική κοινωνία, το οποίο ερμηνεύει τα ερείσματα της Χρυσής Αυγής μέσα στην ελληνική κοινωνία. Αν δεν το κατανοήσουμε αυτό, δεν θα μπορέσουμε ποτέ πραγματικά να κατανοήσουμε ούτε για το τι πράγμα μιλάμε, ούτε για το τι κινδύνους εγκυμονεί.
Η άνοδος της Χ.Α. εκφράζει το τέλος ενός ολόκληρου αστερισμού αξιών, νοοτροπιών και αντιλήψεων στις οποίες είχαμε συνηθίσει μέσα στη μεταπολίτευση. Η μεταπολίτευση ξεκίνησε με ένα τεράστιο ηθικό, αξιακό, ακόμα και συναισθηματικό κεφάλαιο, που άφησαν οι αιματηροί και πολύχρονοι αγώνες του λαού για την ελευθερία και την ανεξαρτησία του. Αυτό το κεφάλαιο είναι που προσδιόριζε αυστηρά τα όρια της φαντασιακής θέσμισης της μεταπολίτευσης, το τι μπορεί να λέγεται και το τι όχι. Η Χρυσή Αυγή βρέθηκε στο περιθώριο, διότι βρισκόταν έξω από τη ρητά όρια, ζούσε στη σφαίρα της ολοκληρωτικής ιδεολογικής απονομιμοποίησης.
Και όμως! Αρκούσαν 25 χρόνια εθνομηδενισμού και καθεστωτικής μετάλλαξης των προοδευτικών δυνάμεων, μέσα στους ποικίλους εξουσιαστικούς θεσμούς, για να εκφυλιστεί εξ ολοκλήρου αυτό το αξιακό, ηθικό και συναισθηματικό κεφάλαιο. Οι άνθρωποι που το διαχειρίστηκαν, το ΠΑΣΟΚ, η Αριστερά και οι αντιεξουσιαστές, το ξεφτίλισαν εντελώς: το διέστρεψαν σε εθνομηδενισμό, σε μηδενισμό, σε ολοκληρωτική εγωκρατία και σε αμοραλισμό. Το συλλογικό μας ζώο σάπισε από το κεφάλι ρημάζοντας κάθε υψηλή συλλογική αξία, κάθε βαθύτερο νόημα που, με αγώνες και αίμα, έγραψε ο ελληνικός λαός καθ’ όλη τη διάρκεια του 20ού αιώνα.
Δυστυχώς, σήμερα, μέσα στο τέλμα όπου έχουμε φτάσει, δεν ισχύουν ούτε τα βασικά, που άλλοτε καθιστούσαν την ελληνική κοινωνία ανοιχτή, δημοκρατική, φιλολαϊκή και προοδευτική – με την πραγματική έννοια του όρου, δηλαδή με εκείνην της ανύψωσης και της καλλιέργειας των πιο υψηλών αρχών του ελληνισμού. Σήμερα, τα πάντα τίθενται υπό αμφισβήτηση. Και ο κόσμος, «εκπαιδευμένος» σε συνθήκες γενικευμένου αμοραλισμού και έκπτωσης κάθε αρχής και αξίας, δεν αντιλαμβάνεται, για παράδειγμα, το γιατί είναι πολύ επικίνδυνο να θέσουμε στο επίκεντρο της συλλογικής μας ζωής τη βία και τον νόμο του ισχυρού – βασικό πρόταγμα της Χρυσής Αυγής. Ούτε η ανθρώπινη ζωή ή η αλληλεγγύη έχουν κάποια αξία, εδώ που φτάσαμε. Και δεν είναι μόνο η έκπτωση των ιδεών, είναι και η έκπτωση των πραγματικών, υλικών συνθηκών για την πλειοψηφία της ελληνικής κοινωνίας. Υπ’ αυτή την έννοια, η ασχήμια της Χρυσής Αυγής αντικατοπτρίζει την ασχήμια των αδιεξόδων που κατατελματώνουν τις ζωές μας: εκφράζει τη διολίσθηση της καθημερινότητάς μας σε μια επί της ουσίας μη-ανθρώπινη κατάσταση, εξ ου και η ανύψωση της απανθρωποποίησης σε πρόταγμα, που αντιπροσωπεύουν οι μπρουτάλ φιγούρες των Κασιδιάρηδων και των Παναγιώταρων.
Ωστόσο, κάτι τέτοιο εγγυάται τη χειρότερη δυνατή εξέλιξη της διάχυτης αγανάκτησης που επικρατεί στο εσωτερικό της ελληνικής κοινωνίας: τον μετασχηματισμό και την καταστάλαξή της σε μίσος. Τι άλλο υπόσχεται η Χρυσή Αυγή, πέρα από τη διαμεσολάβηση της ιδεολογίας από το μίσος, και της πολιτικής από τη βία; Γι’ αυτό και πάντοτε ο εχθρός θα πρέπει να βρίσκεται εκεί που φτάνει η γροθιά τους. Είναι οι μετανάστες και όχι η μετανάστευση, είναι τα «κομμούνια» και όχι ο κοινός, σε δεξιούς και αριστερούς, νεοφιλελεύθερους και αντικαπιταλιστές, εθνομηδενισμός.
Τι εγγυάται, όμως, αυτή η εξέλιξη; Τι θα γίνει, ας πούμε, στα κέντρα των πόλεων, όταν το, καταλυμένο προ πολλού και ανίκανο να προστατέψει τις λαϊκές τάξεις, κράτος δικαίου υποκατασταθεί εκτεταμένα από τις δυνάμεις του μίσους; Η βία θα γίνει ο μοναδικός τρόπος διευθέτησης των συλλογικών μας αναγκών, σε ένα τοπίο δίχως μέλλον.
Διότι είναι εξίσου σημαντικό ότι δεν υφίσταται καμία πρόταση διακυβέρνησης από τη σκοπιά του νέου ναζισμού. Μόνο μια υπόσχεση ότι η επικράτηση των πρακτικών της βίας στην καθημερινότητά μας θα αποκαταστήσει την τάξη και την ασφάλεια – και όλα αυτά στο όνομα μιας αντίληψης για την τάξη, σε χημικά καθαρή μορφή: ένας ολοκληρωτισμός που κινητοποιείται για να καταστείλει τους πολλαπλούς εσωτερικούς εχθρούς στη λογική της συλλογικής ευθύνης. Ήδη διαφαίνεται στον ορίζοντα το κοινωνικό σκηνικό που υπόσχεται η Χρυσή Αυγή, όχι για να αποφύγουμε τη φτώχεια και την ολοκληρωτική χρεοκοπία, αλλά για να την διαχειριστούμε. Γι’ αυτό και η πολιτική της ταιριάζει στη χρεοκοπία, το όνειρό της είναι να προκληθεί στη χειρότερη μορφή της, ώστε, τότε, να αποπειραθεί να υποκαταστήσει, σε μεγάλη κλίμακα, την εκφυλισμένη δημοκρατική αρχή με τη δική της.
Παραδόξως, σε αυτό το σημείο, υφίσταται μια εκλεκτική συγγένεια με το άλλο άκρο του φάσματος, με τον αντιεξουσιαστικό εθνομηδενισμό, ο οποίος ήταν εκείνος που πρώτος γύρευε ν’ αναδείξει πάνω απ’ όλα το «ταξικό μίσος». Τώρα, έντρομος, ανακαλύπτει ότι η πολιτική έκφραση του μίσους, που κυριαρχεί μεταξύ των πιο φτωχών και απελπισμένων, κάθε άλλο παρά τους δικούς τους καρπούς έχει δρέψει. Αυτό, ωστόσο, ανήκει σε μια άλλη πολύ ευρύτερη συζήτηση που θα πρέπει να διεξαχθεί άμεσα και διεξοδικά: στην ευρύτερη αλληλεπίδραση που υφίσταται μεταξύ του ακραίου εθνομηδενισμού και του νέου ναζισμού της Χρυσής Αυγής, στην έμμεση αλληλοτροφοδοτική δυναμική που ανέπτυξαν όλα τα προηγούμενα χρόνια, κατά τα οποία βρίσκονταν σε κάθετη σύγκρουση. Αυτή η παράδοξη σχέση θεμελιώθηκε πάνω σε κοινά γνωρίσματα των δύο χώρων, τη λατρεία του εμφυλίου, τη μισαλλοδοξία, την έμφαση προς τον ολοκληρωτικό πόλεμο και τη βαθιά απέχθεια –όχι μόνο προς τους δημοκρατικούς θεσμούς αυτούς καθ’ αυτούς, που, εξάλλου, έπνεαν σάπιοι τα λοίσθια κατά την ύστερη μεταπολίτευση– αλλά απέναντι σε αυτή καθεαυτή τη δημοκρατική αρχή.
Υπ’ αυτή την έννοια –της υποστροφής σε μια κατάσταση καθολικού εμφυλίου– η Χρυσή Αυγή αντιπροσωπεύει μια μεγάλη απειλή για την ελληνική κοινωνία, σήμερα. Μια απειλή την οποία θα πρέπει να αντιμετωπίσουμε άμεσα – και, προφανώς, το πρόβλημα δεν μπορεί να αντιμετωπίσει ο εθνομηδενισμός που τροφοδοτεί το φαινόμενο και δρα συμπληρωματικά ως προς αυτό.
Αντίθετα, ο αγώνας ενάντια στους νέους Έλληνες ναζί ή θα είναι πατριωτικός ή δεν θα υπάρξει. Και θα είναι πατριωτικός με δύο τρόπους.
Πρώτον, θα κατανοεί τον ιδιαίτερο, εθνικό χαρακτήρα του ελληνικού αδιεξόδου και θα απαντάει αποφασιστικά σε αυτό, αφαιρώντας το χαλί κάτω από τα πόδια της Χρυσής Αυγής. Δηλαδή, να απαντήσουμε επί της ουσίας σε ζητήματα όπως το μεταναστευτικό, η τουρκική απειλή, η τεράστια προδοσία που διαπράττουν ελλαδικές και κυπριακές ελίτ πάνω στο Κυπριακό, να διαμορφώσουμε μια νέα εθνική στρατηγική αξιοπρέπειας για τη χειραφέτησή μας από τους δυτικούς μας πάτρωνες.
Δεύτερον, και εξίσου καθοριστικό, θα πρέπει να υπάρξει μια πνευματική και παιδευτική αναγέννηση. Να ξαναστήσουμε στα πόδια του το ελληνικό φαντασιακό, γιατί σήμερα κάθε αξία έχει καταρρεύσει, και όλα φαίνονται να επιτρέπονται: Η κατάρρευση της ελληνικής παιδείας, και η ισοπέδωση του ελληνικού πολιτισμού έχει κατεδαφίσει κάθε ηθικό και αξιακό φραγμό εντός της κοινωνίας. Αυτός είναι ο βαθύτερος λόγος που μας κάνει να μην μπορούμε, σήμερα, να αντιμετωπίσουμε τη Χρυσή Αυγή μόνο με καταγγελίες για τον ναζιστικό της χαρακτήρα, την ανοιχτή οικειοποίηση της δικτατορίας κ.ο.κ. Γιατί αυτά είναι ψιλά γράμματα, που χάνονται στον χυλό της αμάθειας και της αποπολιτικοποίησης, που έχτισαν από κοινού τηλεοράσεις και εθνομηδενισμός κατά τις τελευταίες δεκαετίες. Σε αυτόν τον χυλό επωάζονται όλα τα πνευματικά υποπροϊόντα, που στρώνουν τον δρόμο στη νομιμοποίηση της Χρυσής Αυγής, και αυτόν τον χυλό θα πρέπει ακριβώς να καταπολεμήσουμε.
Υστερόγραφο: Όποιος «πέφτει από τα σύννεφα», μπροστά στη γοργή και ταχεία ανάδειξη της Χρυσής Αυγής στο κεντρικό πολιτικό σκηνικό, δεν θα πρέπει να ξεχνάει ότι, σήμερα, η Χρυσή Αυγή, πατάει σε στοιχεία που δρούσαν συγκαλυμμένα κατά την εποχή της μεταπολίτευσης. Ο αυριανισμός συσπείρωνε γύρω του πολλά τέτοια στοιχεία, καθώς είχε κατ’ εξοχήν ολοκληρωτικό χαρακτήρα και επώαζε στο εσωτερικό του φασιστικές αντιλήψεις. Η μεταστροφή ενός μεγάλου όγκου του αυριανισμού προς τη Χρυσή Αυγή, πράγμα που επιβεβαιώνουν και οι μετακινήσεις από το ΠΑΣΟΚ προς αυτήν, ιδιαίτερα στις λαϊκότερες και φτωχότερες συνοικίες, σηματοδοτεί όντως μεγάλη πολιτική μεταστροφή, που τελέστηκε μπροστά στο σοκ απώλειας της έστω και σχετικής ευημερίας των προηγούμενων δεκαετιών. Ωστόσο, η μετατόπιση ήταν κυρίως πολιτική και όχι ιδεολογική, καθώς ο κανιβαλικός εκπασοκισμός είχε ήδη επωάσει στο εσωτερικό του το «αυγό του φιδιού». Και κάτι τέτοιο δεν μπορούμε να το λαμβάνουμε υπόψη μόνον σε ό,τι αφορά αποκλειστικά τους ψηφοφόρους ή τους υποστηρικτές του κόμματος. Θα πρέπει να το κατανοήσουμε και γενικότερα, στο επίπεδο της ιδεολογικής ηγεμονίας, δηλαδή στο πώς εκπαίδευσε ο εκπασοκισμός μια ολόκληρη κοινωνία, σε στάσεις και συμπεριφορές που σήμερα στρώνουν τον δρόμο για την άνοδο της Χ.Α.