Το «δίκαιο» των ληστών και των ρουφιάνων
Γράφει ο Σταύρος Χριστακόπουλος
«Οι μάζες πιο εύκολα πιστεύουν ένα μεγάλο ψέμα παρά ένα μικρό». Με αυτή την αρχή θρυλείται ότι «εκπαίδευσε» ο ίδιος ο Αδόλφος Χίτλερ τον Πάουλ Γιόζεφ Γκαίμπελς ως επικεφαλής της προπαγάνδας των ναζί. Μια αρχή που τηρείται ευλαβικά έως τις μέρες μας και αξιοποιείται από τους σημερινούς επιγόνους των δύο... σπουδαίων αυτών ανδρών.
Οι καταθέτες, λοιπόν, σύμφωνα με τη σημερινή γερμανική προπαγάνδα, χάνουν τις καταθέσεις τους για να μην πληρώσουν για τις τράπεζες οι φορολογούμενοι. Άλλωστε οι καταθέτες δεν είναι μια «ιερή αγελάδα». Είναι απλώς επενδυτές, οι οποίοι, καταθέτοντας τα λεφτά τους στις τράπεζες τζογάρουν (συγγνώμη: «επενδύουν») και όχι μόνο ενδέχεται, αλλά και είναι δίκαιο να χάσουν.
Προφανώς οι καταθέτες δεν είναι καν φορολογούμενοι, μια και, σύμφωνα με την επίσημη προπαγάνδα, διαχωρίζονται απ’ αυτούς.
Αυτός ο διαχωρισμός αποτυπώνεται πλήρως στο «επιχείρημα» ότι η Κύπρος είναι ένα απέραντο πλυντήριο μαύρου χρήματος. Όπως ακριβώς οι Έλληνες, οι Πορτογάλοι, οι Ιταλοί και οι όποιοι άλλοι, σήμερα ή αύριο, είναι όλοι διεφθαρμένοι, κρατικοδίαιτοι και... «συντεχνίες».
Εξ άλλου τα χρεωμένα κράτη είναι εξ ορισμού διεφθαρμένα, όπως και οι λαοί που τα συγκροτούν, συνεπώς πρέπει συλλήβδην να τιμωρηθούν ώστε να επανέλθουν στον ενάρετο γερμανικό οικονομικό «δρόμο».
Κατά τον ίδιο τρόπο οι λαοί των χρεοκοπημένων χωρών και οι ίδιες οι χώρες είναι οι «άφρονες» που δανείστηκαν «χωρίς μέτρο» και τώρα πρέπει να πληρώσουν αδρά με το ίδιο το αίμα τους, την υπόσταση, την ελευθερία και την εθνική ανεξαρτησία τους, ώστε να διασώσουν τους «σώφρονες» τραπεζίτες, οι οποίοι ωστόσο δάνειζαν αφειδώς και χωρίς μέτρο χώρες και ιδιώτες που ήταν εξ αρχής γνωστό ότι αδυνατούσαν σε βάθος χρόνου να αποπληρώσουν τα δάνειά τους.
Παραδόξως, λοιπόν, ενώ οι δανειολήπτες είναι κοινοί απατεώνες που εκμεταλλεύθηκαν τις εύπιστες αθώες τράπεζες και άρα σήμερα πρέπει να πληρώσουν από την άδεια τσέπη τους για να τις καλύψουν τις ζημιές, δεν ισχύει το ίδιο για τους μετόχους και διαχειριστές των ευαγών πιστωτικών ιδρυμάτων, παρότι η δική τους διαχείριση τις τίναξε στον αέρα.
Ενώ λοιπόν οι «επενδύτριες» τράπεζες προφυλάσσονται ως κόρη οφθαλμού – και μαζί τους οι διαχειριστές και μέτοχοί τους –, παρά την άφρονα και ληστρική διαχείρισή τους, τα τεράστια ρίσκα και τις μη διαχειρίσιμες φούσκες που οι ίδιες δημιούργησαν, οι καταχρηστικά χαρακτηριζόμενοι «επενδυτές» καταθέτες πληρώνουν καταναγκαστικά με ζεστό χρήμα, χρεοκοπώντας οι ίδιοι και απαλλάσσοντας τους τραπεζίτες από τις δικές τους υποχρεώσεις.
Όλη αυτή η παραδοξολογία ωστόσο δεν είναι ένα παιχνίδι με τις λέξεις, αλλά μια απλή, συνοπτική και εύγλωττη αποκωδικοποίηση του δόγματος με το οποίο η Γερμανία διαχειρίζεται την κρίση του ευρώ και της ευρωζώνης.
Επειδή όμως η παραδοξολογία αυτού του είδους μετά βίας συγκαλύπτει τη γερμανική σκοπιμότητα για καταλήστευση όλου του ευρωπαϊκού και εισαγόμενου στην Ευρώπη πλούτου, παραγόμενου και επενδυόμενου, πραγματικού και εικονικού, το μόνο που μένει είναι η απλή, σαφής, όσο και χυδαία απόπειρα δικαιολόγησης μιας πρωτοφανούς ληστείας σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, η οποία συνοδεύεται από ομαδικές δολοφονίες κρατών, οικονομιών και λαών.
Το γερμανικό δόγμα διαχείρισης της κρίσης δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένας απίστευτος οικονομικός ολοκληρωτισμός, ο οποίος συνοδεύεται από πολιτική κατοχή των καταληστευόμενων χωρών.
Και όλα αυτά συμβαίνουν καλυπτόμενα πίσω από μια ψευδο-ηθική ρητορεία, την οποία εκπέμπει μια χώρα η οποία μπορεί, όπως λέει και ο τέως πρόεδρος του Eurogroup Ζαν Κλοντ Γιούνκερ, να αντιμετωπίζει συλλήβδην π.χ. τους Κυπρίους σαν κοινούς γκάνγκστερ, αλλά η ίδια διαπρέπει και στο μαύρο χρήμα και στη διαφθορά.
Άλλωστε ο ίδιος ο Οργανισμός για την Οικονομική Συνεργασία και Ανάπτυξη (ΟΟΣΑ) υπολογίζει σε 43-57 δισ. ευρώ (δηλαδή τουλάχιστον σε δυόμισι και τρεις φορές το κυπριακό ΑΕΠ) το μαύρο χρήμα που ξεπλένεται ετησίως στη Γερμανία.
Ο ίδιος οργανισμός υπολογίζει περίπου σε 500 δισ. ευρώ (2,5 ελληνικά και 25 με 30 κυπριακά ΑΕΠ!!!) το σύνολο της «σκιώδους οικονομίας» (του πλήρως αφορολόγητου τζίρου) που δημιουργείται στη Γερμανία.
Συμπληρωματικά να επισημάνουμε την – όπως την καταγράφει η «Ημερησία» τον Νοέμβριο του 2011 – επί 30 χρόνια «ειδική σχέση» της Deutsche Bank με την πανίσχυρη οικογένεια Ταΐμπ της Μαλαισίας, η οποία «ξεπλένει» συστηματικά μαύρο χρήμα και ελέγχει απολύτως την κυβέρνηση του πολυπληθέστερου κρατιδίου της Μαλαισίας.
Τέλος, σύμφωνα με το ίδιο δημοσίευμα, «ακόμη και το υπουργείο Εσωτερικών των ΗΠΑ – που, για ευνόητους λόγους, δίνει μεγάλη σημασία στην αντιμετώπιση της διακίνησης μαύρου χρήματος, καθώς θεωρεί ότι συνδέεται άμεσα με τη διεθνή τρομοκρατία – στις εκθέσεις του χαρακτηρίζει τη Γερμανία “χώρα με εξέχουσα σημασία στο ξέπλυμα μαύρου χρήματος” και θεωρεί ότι το Βερολίνο δεν έχει εκπονήσει καμία ολοκληρωμένη στρατηγική σε αυτό το μέτωπο».
Όμως η χυδαιότητα αυτή, δηλαδή οι ένοχοι και οι πειρατές της ευρωπαϊκής οικονομίας να εγκαλούν, να καταδικάζουν και να τιμωρούν «εξωδίκως» ολόκληρη την Ευρώπη και τους ευρωπαϊκούς λαούς σε καταστροφή με ψευδο-ηθικά επιχειρήματα, δεν είναι τακτική μόνο της Γερμανίας και των συνενόχων της (Κομισιόν, ΕΚΤ και ΔΝΤ), οι οποίοι συγκροτούν τις απανταχού τρόικες.
Η ίδια ακριβώς χυδαιότητα διατρέχει από την αρχή μέχρι το τέλος την κυνική «επιχειρηματολογία» των εγχώριων Κουίσλινγκ (αυτούς που το «Ποντίκι» έχει καθιερώσει να αποκαλούνται «Ρουφιάνοι της τρόικας»). Κάθε φορά που τους ακούτε ή τους διαβάζετε, μπορείτε απλώς να θυμάστε ποιους υπερασπίζονται και ποιων τα συμφέροντα πρακτορεύουν...