Σάλος από έρευνα της Bundesbank για τη φτώχια στη Γερμανία
Τα περιουσιακά στοιχεία των γερμανικών νοικοκυριών είναι κατώτερα των αντίστοιχων των ισπανικών και των ιταλικών νοικοκυριών, αναφέρει η έρευνα της Bundesbank, η οποία επικρίνεται στη Γερμανία και αμφισβητείται η μεθοδολογία που χρησιμοποιήθηκε και η αξιοπιστία της.
Σύμφωνα με την Bundesbank, τα γερμανικά νοικοκυριά διαθέτουν κατά μέσον όρο περιουσιακά στοιχεία 195.200 ευρώ, έναντι 229.300 ευρώ των γαλλικών νοικοκυριών, και 285.800 των ισπανικών.
Το Spiegel σε άρθρο του, στη σημερινή διαδικτυακή έκδοση, διατυπώνεται η εκτίμηση πως «η κατά τα άλλα αξιόπιστη κεντρική τράπεζα της Γερμανίας μόλις που περνάει τη βάση για την έρευνα, απαριθμώντας συνάμα τα πολυάριθμα μεθοδολογικά προβλήματα που ανακύπτουν, κυρίως από τα ποιοτικώς διαφορετικά δεδομένα στην εκάστοτε περίπτωση».
Η μέση περιουσία —το επίπεδο δηλαδή πάνω από το οποίο βρίσκονται τα μισά νοικοκυριά— φθάνει μόλις τα 51.400 ευρώ στη Γερμανία, ένα ποσό δύο ως και τρεις φορές μικρότερο από τη Γαλλία (113.500), την Ισπανία (178.300), ή την Ιταλία (163.900).
Ακόμη, η έκθεση κάνει λόγο για μια πολύ πιο άνιση κατανομή πλούτου στη Γερμανία απ’ ότι στους άλλους μεγάλους ευρωπαίους εταίρους της.
Καθώς ορισμένα από τα παρατιθέμενα στοιχεία έχουν προκαλέσει κατάπληξη, η γερμανική κεντρική τράπεζα προτάσσει το επιχείρημα της μεγάλης διαφοράς που έχει σε σχέση προς τις θεωρούμενες ως φτωχότερες χώρες το ποσοστό των Γερμανών που είναι ιδιοκτήτες των κατοικιών στις οποίες ζουν. Μόνον το 44,2% των Γερμανών διαθέτουν ιδιόκτητη κατοικία, έναντι 57,9% των Γάλλων και 82,7% των Ισπανών, αναφέρει η Μπούντεσμπανκ. Ωστόσο, στη γερμανική περίπτωση, οι ιδιοκτήτες κατοικιών είναι κατά μέσον όρο πολύ πλουσιότεροι από ότι στις άλλες χώρες.
Σύμφωνα με το γερμανικό κεντρικό πιστωτικό ίδρυμα, ο αντίκτυπος από την ενοποίηση των πρώην χωριστών κρατών της Γερμανίας συνέβαλε στο να πέσει το μέσο επίπεδο των περιουσιών !!!!
Η έκθεση αυτή προβλήθηκε ιδιαίτερα στη Γερμανία, καθώς με αφορμή την κρίση χρέους στην ευρωζώνη, η καγκελάριος Άγγελα Μέρκελ βρίσκεται μεταξύ διασταυρούμενων πυρών, αφ’ ενός στο εσωτερικό, όπου καλείται να προασπίσει τα συμφέροντα των Γερμανών φορολογουμένων, κι αφ' ετέρου στο εξωτερικό για την έλλειψη αλληλεγγύης προς τους εταίρους της.
Ακόμη και η ταμπλόιντ εφημερίδα Μπιλντ, που συνήθως εκμεταλλεύεται στο έπακρο τέτοιου είδους στοιχεία, εκφράζει τη φορά αυτή σκεπτικισμό. Διερωτήθηκε πρόσφατα «ήταν οι υπολογισμοί ακριβείς;». «Υπάρχουν πολλά που μας κάνουν να τρίβουμε τα μάτια μας», σημειώνει από την πλευρά της η συντηρητική εβδομαδιαία εφημερίδα Φρανκφούρτερ Αλγκεμάινε Ζονταγκτσάιτουνγκ (FAS), που θεωρεί ότι πολλοί από τους υπολογισμούς «χρήζουν ενός πλήθους εξηγήσεων».
Το γεγονός ότι συγκρίνονται περιουσιακά στοιχεία διαφορετικών χρονικών περιόδων, κάποιες φορές προηγούμενων ετών, επικρίθηκε ιδιαίτερα. Για παράδειγμα, τα στοιχεία για το περιουσιολόγιο των ισπανικών νοικοκυριών ανάγονται στο 2008. Όμως έκτοτε η οικονομική κατάσταση των νοικοκυριών της Ισπανίας έχει καταρρεύσει—αφού ‘έσκασε’ η φούσκα των ακινήτων.
Επιπλέον, η έκθεση δεν λαμβάνει υπ’ όψη τις συντάξεις, ή τα επιδόματα κοινωνικής πρόνοιας, που για τα μέσα νοικοκυριά αποτελούν σχεδόν την μόνη πρόσοδο.
Επίσης προβληματική χαρακτηρίστηκε η σύγκριση των περιουσιακών στοιχείων των νοικοκυριών κι όχι των ατομικών στοιχείων, καθώς ο μέσος όρος των νοικοκυριών στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες είναι πολύ μεγαλύτερος απ’ ότι στη Γερμανία, η οποία αριθμεί μεγαλύτερο αριθμό προσώπων που ζουν μόνα τους.
Ερωτηθείς σχετικά σήμερα, εκπρόσωπος της Μπούντεσμπανκ απέφυγε να κάνει σχόλια, αρκούμενος να πει πως η έκθεση αφορούσε κυρίως τη Γερμανία και πως για «τις διεθνείς συγκρίσεις θα πρέπει να αναμένουμε τα στοιχεία που σύντομα θα δημοσιεύσει η ΕΚΤ».
(Πηγή: «Ελευθεροτυπία»)